- διασκέψεων
- διασκέψεω̆ν , διάσκεψιςinspectionfem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γενεύη — (γαλλ. Genéve, ιταλ. Ginevra, γερμ. Genf). Πόλη (175.000 κάτ. το 2000) της δυτικής Ελβετίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου καντονιού (282 τ. χλμ., 408.800 κάτ. το 2000). Βρίσκεται κοντά στα γαλλικά σύνορα, στο νοτιοδυτικό άκρο της ομώνυμης λίμνης. Τον… … Dictionary of Greek
Νέρβι, Πιερ Λουίτζι — (Pier Luigi Nervi, Σόντριο 1891 – 1979). Ιταλός μηχανικός και αρχιτέκτονας. Στρεφόμενος προς τη μελέτη του προσυμπιεσμένου οπλισμένου σκυροδέματος και των ελαφρών τόξων για μεγάλες στέγες, πραγματοποίησε ενδιαφέροντα πειράματα εκβιομηχάνισης της… … Dictionary of Greek